Η διαμεσολάβηση ως εναλλακτικός, εξωδικαστικός τρόπος απονομής δικαιοσύνης που μπορεί να εφαρμοσθεί στην επίλυση αστικών και εμπορικών υποθέσεων έγινε νόμος της χώρας μας το 2010 με τον Ν.3898. Παρόλα αυτά, η εφαρμογή της στη χώρα μας είναι από περιορισμένη έως ανύπαρκτη. Αντιθέτως, στις οικονομικά εύρωστες χώρες αποτελεί την πλέον ενδεδειγμένη μέθοδο επίλυσης διενέξεων. Στις ΗΠΑ, με διαμεσολάβηση επιλύεται η πλειονότητα των αστικών διαφορών. Σε κράτη της κεντρικής και βόρειας Ευρώπης εφαρμόζεται συστηματικά εδώ και δεκαετίες σε οικογενειακές, εργατικές, εμπορικές, ασφαλιστικές, μισθωτικές και κατασκευαστικές υποθέσεις.
Η Οδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 21ης Μαΐου 2008 αποτέλεσε το εναρκτήριο λάκτισμα για την εισαγωγή και τη χρήση του θεσμού στα κράτη-μέλη της ΕΕ. Το 2011 η Γενική Διεύθυνση Δικαιοσύνης της ΕΕ σε συνεργασία με την Ακαδημία Ευρωπαϊκού Δικαίου ξεκίνησαν σειρά δράσεων ώστε ο νομικός κόσμος των κρατών-μελών να εξοικειωθεί με το θεσμό. Στο πλαίσιο αυτό και σε συνεργασία με το υπ. Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, το Σάββατο 30 Ιουνίου διοργανώθηκε ημερίδα ενημέρωσης για το θεσμό. Στην κατάμεστη αίθουσα του Μεγάρου Μουσικής, δικηγόροι και νομικοί από όλη τη χώρα ενημερώθηκαν για τη σημασία της εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών, την ευρωπαϊκή και ελληνική νομοθεσία, τις βέλτιστες πρακτικές από άλλα κράτη και τα πλεονεκτήματα της διαμεσολάβησης.
Αρχικά, η διαμεσολάβηση εισήχθη ως θεσμός σε επίπεδο ΕΕ για την επίλυση των δια-συνοριακών εμπορικών διενέξεων. Όπως εξήγησε στο ΑΜΠΕ η τέως αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και εισηγήτρια της ημερίδας κ. Νταϊάνα Γουάλις, επειδή τα διαφορετικά νομικά συστήματα των κρατών-μελών δημιουργούσαν προσκόμματα στην επίλυση εμπορικών διενέξεων, η ΕΕ επέλεξε να εισάγει το θεσμό προκειμένου να εξυπηρετήσει τις εταιρείες.
Όταν συζητιόταν η σύνταξη της οδηγίας, αρχική επιθυμία του Ευρωκοινοβουλίου ήταν ο θεσμός να επεκταθεί και στις αστικές υποθέσεις. Όμως, το Συμβούλιο επέλεξε η οδηγία να αφορά μόνο το δια-συνοριακό εμπόριο και άφησε στη διακριτική ευχέρεια των κρατών-μελών τη διεύρυνση του θεσμού και στις αστικές υποθέσεις. Τελικά, το 2008 εκδόθηκε η Οδηγία για τη διαμεσολάβηση σε ορισμένες αστικές και εμπορικές υποθέσεις, που συνοδεύτηκε το 2011 από την Οδηγία για την εναλλακτική επίλυση καταναλωτικών διαφορών.
Ο Έλληνας νομοθέτης, το 2010, εξέδωσε το νόμο για τη διαμεσολάβηση σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις και το νόμο για τους όρους και τις προϋποθέσεις αδειοδότησης και λειτουργίας των φορέων κατάρτισης διαμεσολαβητών. Όμως, όπως σημείωσε ομότιμος καθηγητής της Νομικής σχολής Αθηνών κ. Ν. Κλαμαρής εκ των εισηγητών της ημερίδας, η πρώτη ειδική ενασχόληση του Έλληνα νομοθέτη με τη ρύθμιση της διαμεσολάβησης ανάγεται στο 2005 όταν συγκροτήθηκε Νομοπαρασκευαστική Επιτροπή στο υπ. Δικαιοσύνης για την αναμόρφωση του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. Η Επιτροπή παρέδωσε την πρόταση νόμου, που δεν αξιοποιήθηκε, το 2008. Στη συνέχεια δημιουργήθηκε άλλη Νομοπαρασκευαστική Επιτροπή προκειμένου να επεξεργασθεί σχέδιο νόμου για την ένταξη της Οδηγίας του 2008 στην ελληνική έννομη τάξη. Η Επιτροπή αυτή ολοκλήρωσε το έργο της το 2009. Ένα τρίτο σχέδιο νόμου οδήγησε στο νόμο του 2010. Αναλύοντας το νόμο στο πλαίσιο της Πολιτικής Δικονομίας ο κ. Κλαμαρής επισήμανε σειρά αδυναμιών και σημείωσε ότι μέχρι το τέλος του 2012, οπότε θα πρέπει να παραδώσουμε πεπραγμένα στην ΕΕ για την εφαρμογή του, η Ελλάδα θα έχει να επιδείξει περιπτώσεις διαμεσολάβησης που θα «μετριούνται στα δάκτυλα του ενός χεριού».
Από την πλευρά της, η νομικός και μέλος της Επιτροπής Πιστοποίησης Διαμεσολαβητών κ. Δ. Τριανταφύλλου επισήμανε ότι υπήρχαν ήδη πριν από το νόμο του 2010 διατάξεις που μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για διαμεσολάβηση, αλλά βρίσκονταν εν υπνώσει. Σημείωσε ότι «η διαμεσολάβηση είναι μια διαδικασία που ρίχνει φως παντού και πάντα. Είναι φαρέτρα για τον δικηγόρο». «Εάν ο ελληνικός νομικός κόσμος κάνει χρήση του μηχανισμού» είπε «το δικαστικό σύστημα θα εκτονωθεί και πλέον θα φτάνουν στο ακροατήριο μόνο οι υποθέσεις που πρέπει».
Αυτή τη στιγμή, στη χώρα μας εκκρεμεί η πιστοποίηση 65 διαμεσολαβητών-δικηγόρων που έχουν εκπαιδευθεί και πιστοποιηθεί στο εξωτερικό. Η πληρωμή τους ανέρχεται κατά μέσο όρο σε 100 ευρώ την ώρα και η διαδικασία μπορεί να διαρκέσει έως 24 ώρες.
Τα πλεονεκτήματα της διαμεσολάβησης αποτελούν ο χρόνος επίλυσης των διαφορών, που είναι σημαντικά μικρότερος του χρόνου που απαιτείται για τη δικαστική επίλυση. Το κόστος για τους εμπλεκομένους, αλλά και για τη Δικαιοσύνη, είναι υποπολλαπλάσιο εκείνου της συνήθους διαδικασίας. Η γραφειοκρατία είναι μηδαμινή σε σχέση με τα δικαστήρια. Σε ό,τι αφορά ειδικά τους πολίτες που εμπλέκονται σε αστικές διαφορές, όπως σημείωσε η κ. Γουάλις με τη διαμεσολάβηση κερδίζουν χρόνο και χρήμα, επιλύουν τις διαφορές του με λιγότερο στρεσογόνο τρόπο και μικρότερη ανησυχία απ ό,τι συνεπάγονται τα δικαστήρια.
Η ευρεία εφαρμογή της διαμεσολάβησης σε μια χώρα είναι πόλος έλξης για τους ξένους επενδυτές, τονίσθηκε. Οι επενδυτές αποφεύγουν συναλλαγές με μια χώρα όπου η Δικαιοσύνη λειτουργεί με βραδείς ρυθμούς και πολύπλοκες διαδικασίες. Όπως επισημάνθηκε, η χώρα μας έχει τις περισσότερες καταδίκες από όλα τα κράτη-μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης για παραβίαση του άρθρου 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, που αφορά αδικαιολόγητες καθυστερήσεις στην απονομή Δικαιοσύνης.
Κι αυτό, όπως επισήμανε ο κ. Α. Γαβριηλίδης από τη Γενική Διεύθυνση Δικαιοσύνης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, παρότι η Ελλάδα έχει 33,4 δικαστές ανά 100.000 κατοίκους, αριθμός διπλάσιος από τον μέσο όρο δικαστών στην ΕΕ. Στον ίδιο αριθμό κατοίκων στην Ελλάδα αντιστοιχούν 3,9 Πρωτοδικεία, όταν ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι 0,3 Πρωτοδικεία. Συγχρόνως είναι πολύ μικρός ο αριθμός των υπαλλήλων. Στην Ελλάδα αντιστοιχούν 1,8 υπάλληλοι ανά δικαστή, όταν ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι 4,2 υπάλληλοι ανά δικαστή και στο Η. Βασίλειο ένας δικαστής επικουρείται από 10 υπαλλήλους.
Ένταση δημιουργήθηκε στην αίθουσα όταν η Ολλανδέζα κ. Μανόν Σονεβίλε, διαμεσολαβήτρια σε εμπορικές υποθέσεις σε έναν από τους μεγαλύτερους ευρωπαϊκούς οργανισμούς διαμεσολάβησης, τον ACB Foundation, αναπτύσσοντας το προφίλ του διαμεσολαβητή ανέλυσε γιατί ο διαμεσολαβητής μπορεί να μην είναι δικηγόρος –αλλά να είναι οικονομολόγος, μηχανικός, ψυχολόγος, δημοσιογράφος, ακόμη και ηθοποιός. Κι αυτό διότι ο διαμεσολαβητής είναι ειδικευμένος σε τεχνικές διαπραγμάτευσης και ψυχολογίας.
Τα πνεύματα ηρέμησαν ότι η κ. Ι. Αναστασοπούλου, πρόεδρος του Ελληνικού Κέντρου Διαμεσολάβησης και Διαιτησίας, δικηγόρος και διαμεσολαβήτρια, αναπτύσσοντας το ρόλο του διαμεσολαβητή, του δικαστή και του δικηγόρου, έκανε σαφές ότι οι εμπλεκόμενες πλευρές -ανεξαρτήτως του γνωστικού υπόβαθρου του διαμεσολαβητή- προσέρχονται πάντα στη διαδικασία με τους δικηγόρους τους. Ειδικά για την Ελλάδα, ο νόμος ορίζει ότι, υπό κάποιες προϋποθέσεις, η συμφωνία που προκύπτει από τη διαμεσολάβηση έχει την ισχύ δικαστικής απόφασης. Μάλιστα, η διαμεσολάβηση ενίοτε μπορεί να γίνει ενώ έχει ξεκινήσει η δικαστική διαδικασία.
Τα τρία είδη διαμεσολάβησης ανέλυσε η κ. Μπογιάνα Χράστνικ, διαμεσολαβήτρια, πρώην Πρωτοδίκης και νομικός σύμβουλος του σλοβενικού κράτους. Αυτά είναι η δικαστική διαμεσολάβηση που γίνεται εντός των δικαστηρίων με διαμεσολαβητή τον δικαστή, η ενταγμένη στο δικαστήριο που γίνεται από επαγγελματίες διαμεσολαβητές εντός του δικαστηρίου και η εξωδικαστική που γίνεται από ιδιωτικές εταιρείες ή από το υπουργείο Δικαιοσύνης -στην περίπτωση της Σλοβενίας.
Τις δεξιότητες που πρέπει να έχει ένας διαμεσολαβητής ανέπτυξε η κ. Άννα Μαρία Γκονκάλβες, διαμεσολαβήτρια και ιδρύτρια της πρώτης εταιρείας Συμβούλων Επίλυσης Διαφορών στην Πορτογαλία, Convirgente. Αυτές συνοψίζονται σε κατανόηση, συμμετοχή, δημιουργικότητα, δύναμη, σοφία, στρατηγική σκέψη, αντιμετώπιση των θεμάτων, υπομονή, ενθάρρυνση, χιούμορ, θάρρος και ένα σωρό -όπως τόνισε- ιδιότητες που δεν αφορούν μόνο στη διαδικασία ή στην ουσία της υπόθεσης.
Όπως σημείωσε και η κ. Αναστασοπούλου, μέλημα του διαμεσολαβητή δεν είναι τα νομικά θέματα. Βρίσκεται εκεί για να δημιουργήσει επικοινωνία ανάμεσα στις δυο πλευρές. Δεν είναι εκείνος που θα βρει τις λύσεις, αλλά δημιουργεί λειτουργικές σχέσεις ανάμεσα στις δυο πλευρές για να βρουν μόνες τους τις λύσεις. Ο διαμεσολαβητής αντιμετωπίζει τις συναισθηματικές αντιστάσεις στην επικοινωνία και δημιουργεί εναλλακτικές λύσεις. Για τον διαμεσολαβητή τα συναισθήματα είναι εργαλείο και όχι εμπόδιο στη λύση της διαφοράς.
Ο διαμεσολαβητής διερευνά τα συμφέροντα των αντιτιθέμενων μερών. Διευθύνει τις διαπραγματεύσεις και επικεντρώνεται στα πρόσωπα και όχι στο πρόβλημα, στα συμφέρονται και όχι στις θέσεις. Διασφαλίζει την ουδετερότητα και εξασφαλίζει την εμπιστευτικότητα των πληροφοριών που ανταλλάσσονται. Όπως σημειώθηκε επανειλημμένως, ό,τι λέγεται κατά τη διαδικασία της διαμεσολάβησης είναι αυστηρώς απόρρητο, δεν μπορεί να μεταφερθεί στο δικαστήριο και ο διαμεσολαβητής δεν μπορεί να κληθεί ως μάρτυρας.
Η Οδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 21ης Μαΐου 2008 αποτέλεσε το εναρκτήριο λάκτισμα για την εισαγωγή και τη χρήση του θεσμού στα κράτη-μέλη της ΕΕ. Το 2011 η Γενική Διεύθυνση Δικαιοσύνης της ΕΕ σε συνεργασία με την Ακαδημία Ευρωπαϊκού Δικαίου ξεκίνησαν σειρά δράσεων ώστε ο νομικός κόσμος των κρατών-μελών να εξοικειωθεί με το θεσμό. Στο πλαίσιο αυτό και σε συνεργασία με το υπ. Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, το Σάββατο 30 Ιουνίου διοργανώθηκε ημερίδα ενημέρωσης για το θεσμό. Στην κατάμεστη αίθουσα του Μεγάρου Μουσικής, δικηγόροι και νομικοί από όλη τη χώρα ενημερώθηκαν για τη σημασία της εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών, την ευρωπαϊκή και ελληνική νομοθεσία, τις βέλτιστες πρακτικές από άλλα κράτη και τα πλεονεκτήματα της διαμεσολάβησης.
Αρχικά, η διαμεσολάβηση εισήχθη ως θεσμός σε επίπεδο ΕΕ για την επίλυση των δια-συνοριακών εμπορικών διενέξεων. Όπως εξήγησε στο ΑΜΠΕ η τέως αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και εισηγήτρια της ημερίδας κ. Νταϊάνα Γουάλις, επειδή τα διαφορετικά νομικά συστήματα των κρατών-μελών δημιουργούσαν προσκόμματα στην επίλυση εμπορικών διενέξεων, η ΕΕ επέλεξε να εισάγει το θεσμό προκειμένου να εξυπηρετήσει τις εταιρείες.
Όταν συζητιόταν η σύνταξη της οδηγίας, αρχική επιθυμία του Ευρωκοινοβουλίου ήταν ο θεσμός να επεκταθεί και στις αστικές υποθέσεις. Όμως, το Συμβούλιο επέλεξε η οδηγία να αφορά μόνο το δια-συνοριακό εμπόριο και άφησε στη διακριτική ευχέρεια των κρατών-μελών τη διεύρυνση του θεσμού και στις αστικές υποθέσεις. Τελικά, το 2008 εκδόθηκε η Οδηγία για τη διαμεσολάβηση σε ορισμένες αστικές και εμπορικές υποθέσεις, που συνοδεύτηκε το 2011 από την Οδηγία για την εναλλακτική επίλυση καταναλωτικών διαφορών.
Ο Έλληνας νομοθέτης, το 2010, εξέδωσε το νόμο για τη διαμεσολάβηση σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις και το νόμο για τους όρους και τις προϋποθέσεις αδειοδότησης και λειτουργίας των φορέων κατάρτισης διαμεσολαβητών. Όμως, όπως σημείωσε ομότιμος καθηγητής της Νομικής σχολής Αθηνών κ. Ν. Κλαμαρής εκ των εισηγητών της ημερίδας, η πρώτη ειδική ενασχόληση του Έλληνα νομοθέτη με τη ρύθμιση της διαμεσολάβησης ανάγεται στο 2005 όταν συγκροτήθηκε Νομοπαρασκευαστική Επιτροπή στο υπ. Δικαιοσύνης για την αναμόρφωση του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. Η Επιτροπή παρέδωσε την πρόταση νόμου, που δεν αξιοποιήθηκε, το 2008. Στη συνέχεια δημιουργήθηκε άλλη Νομοπαρασκευαστική Επιτροπή προκειμένου να επεξεργασθεί σχέδιο νόμου για την ένταξη της Οδηγίας του 2008 στην ελληνική έννομη τάξη. Η Επιτροπή αυτή ολοκλήρωσε το έργο της το 2009. Ένα τρίτο σχέδιο νόμου οδήγησε στο νόμο του 2010. Αναλύοντας το νόμο στο πλαίσιο της Πολιτικής Δικονομίας ο κ. Κλαμαρής επισήμανε σειρά αδυναμιών και σημείωσε ότι μέχρι το τέλος του 2012, οπότε θα πρέπει να παραδώσουμε πεπραγμένα στην ΕΕ για την εφαρμογή του, η Ελλάδα θα έχει να επιδείξει περιπτώσεις διαμεσολάβησης που θα «μετριούνται στα δάκτυλα του ενός χεριού».
Από την πλευρά της, η νομικός και μέλος της Επιτροπής Πιστοποίησης Διαμεσολαβητών κ. Δ. Τριανταφύλλου επισήμανε ότι υπήρχαν ήδη πριν από το νόμο του 2010 διατάξεις που μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για διαμεσολάβηση, αλλά βρίσκονταν εν υπνώσει. Σημείωσε ότι «η διαμεσολάβηση είναι μια διαδικασία που ρίχνει φως παντού και πάντα. Είναι φαρέτρα για τον δικηγόρο». «Εάν ο ελληνικός νομικός κόσμος κάνει χρήση του μηχανισμού» είπε «το δικαστικό σύστημα θα εκτονωθεί και πλέον θα φτάνουν στο ακροατήριο μόνο οι υποθέσεις που πρέπει».
Αυτή τη στιγμή, στη χώρα μας εκκρεμεί η πιστοποίηση 65 διαμεσολαβητών-δικηγόρων που έχουν εκπαιδευθεί και πιστοποιηθεί στο εξωτερικό. Η πληρωμή τους ανέρχεται κατά μέσο όρο σε 100 ευρώ την ώρα και η διαδικασία μπορεί να διαρκέσει έως 24 ώρες.
Τα πλεονεκτήματα της διαμεσολάβησης αποτελούν ο χρόνος επίλυσης των διαφορών, που είναι σημαντικά μικρότερος του χρόνου που απαιτείται για τη δικαστική επίλυση. Το κόστος για τους εμπλεκομένους, αλλά και για τη Δικαιοσύνη, είναι υποπολλαπλάσιο εκείνου της συνήθους διαδικασίας. Η γραφειοκρατία είναι μηδαμινή σε σχέση με τα δικαστήρια. Σε ό,τι αφορά ειδικά τους πολίτες που εμπλέκονται σε αστικές διαφορές, όπως σημείωσε η κ. Γουάλις με τη διαμεσολάβηση κερδίζουν χρόνο και χρήμα, επιλύουν τις διαφορές του με λιγότερο στρεσογόνο τρόπο και μικρότερη ανησυχία απ ό,τι συνεπάγονται τα δικαστήρια.
Η ευρεία εφαρμογή της διαμεσολάβησης σε μια χώρα είναι πόλος έλξης για τους ξένους επενδυτές, τονίσθηκε. Οι επενδυτές αποφεύγουν συναλλαγές με μια χώρα όπου η Δικαιοσύνη λειτουργεί με βραδείς ρυθμούς και πολύπλοκες διαδικασίες. Όπως επισημάνθηκε, η χώρα μας έχει τις περισσότερες καταδίκες από όλα τα κράτη-μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης για παραβίαση του άρθρου 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, που αφορά αδικαιολόγητες καθυστερήσεις στην απονομή Δικαιοσύνης.
Κι αυτό, όπως επισήμανε ο κ. Α. Γαβριηλίδης από τη Γενική Διεύθυνση Δικαιοσύνης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, παρότι η Ελλάδα έχει 33,4 δικαστές ανά 100.000 κατοίκους, αριθμός διπλάσιος από τον μέσο όρο δικαστών στην ΕΕ. Στον ίδιο αριθμό κατοίκων στην Ελλάδα αντιστοιχούν 3,9 Πρωτοδικεία, όταν ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι 0,3 Πρωτοδικεία. Συγχρόνως είναι πολύ μικρός ο αριθμός των υπαλλήλων. Στην Ελλάδα αντιστοιχούν 1,8 υπάλληλοι ανά δικαστή, όταν ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι 4,2 υπάλληλοι ανά δικαστή και στο Η. Βασίλειο ένας δικαστής επικουρείται από 10 υπαλλήλους.
Ένταση δημιουργήθηκε στην αίθουσα όταν η Ολλανδέζα κ. Μανόν Σονεβίλε, διαμεσολαβήτρια σε εμπορικές υποθέσεις σε έναν από τους μεγαλύτερους ευρωπαϊκούς οργανισμούς διαμεσολάβησης, τον ACB Foundation, αναπτύσσοντας το προφίλ του διαμεσολαβητή ανέλυσε γιατί ο διαμεσολαβητής μπορεί να μην είναι δικηγόρος –αλλά να είναι οικονομολόγος, μηχανικός, ψυχολόγος, δημοσιογράφος, ακόμη και ηθοποιός. Κι αυτό διότι ο διαμεσολαβητής είναι ειδικευμένος σε τεχνικές διαπραγμάτευσης και ψυχολογίας.
Τα πνεύματα ηρέμησαν ότι η κ. Ι. Αναστασοπούλου, πρόεδρος του Ελληνικού Κέντρου Διαμεσολάβησης και Διαιτησίας, δικηγόρος και διαμεσολαβήτρια, αναπτύσσοντας το ρόλο του διαμεσολαβητή, του δικαστή και του δικηγόρου, έκανε σαφές ότι οι εμπλεκόμενες πλευρές -ανεξαρτήτως του γνωστικού υπόβαθρου του διαμεσολαβητή- προσέρχονται πάντα στη διαδικασία με τους δικηγόρους τους. Ειδικά για την Ελλάδα, ο νόμος ορίζει ότι, υπό κάποιες προϋποθέσεις, η συμφωνία που προκύπτει από τη διαμεσολάβηση έχει την ισχύ δικαστικής απόφασης. Μάλιστα, η διαμεσολάβηση ενίοτε μπορεί να γίνει ενώ έχει ξεκινήσει η δικαστική διαδικασία.
Τα τρία είδη διαμεσολάβησης ανέλυσε η κ. Μπογιάνα Χράστνικ, διαμεσολαβήτρια, πρώην Πρωτοδίκης και νομικός σύμβουλος του σλοβενικού κράτους. Αυτά είναι η δικαστική διαμεσολάβηση που γίνεται εντός των δικαστηρίων με διαμεσολαβητή τον δικαστή, η ενταγμένη στο δικαστήριο που γίνεται από επαγγελματίες διαμεσολαβητές εντός του δικαστηρίου και η εξωδικαστική που γίνεται από ιδιωτικές εταιρείες ή από το υπουργείο Δικαιοσύνης -στην περίπτωση της Σλοβενίας.
Τις δεξιότητες που πρέπει να έχει ένας διαμεσολαβητής ανέπτυξε η κ. Άννα Μαρία Γκονκάλβες, διαμεσολαβήτρια και ιδρύτρια της πρώτης εταιρείας Συμβούλων Επίλυσης Διαφορών στην Πορτογαλία, Convirgente. Αυτές συνοψίζονται σε κατανόηση, συμμετοχή, δημιουργικότητα, δύναμη, σοφία, στρατηγική σκέψη, αντιμετώπιση των θεμάτων, υπομονή, ενθάρρυνση, χιούμορ, θάρρος και ένα σωρό -όπως τόνισε- ιδιότητες που δεν αφορούν μόνο στη διαδικασία ή στην ουσία της υπόθεσης.
Όπως σημείωσε και η κ. Αναστασοπούλου, μέλημα του διαμεσολαβητή δεν είναι τα νομικά θέματα. Βρίσκεται εκεί για να δημιουργήσει επικοινωνία ανάμεσα στις δυο πλευρές. Δεν είναι εκείνος που θα βρει τις λύσεις, αλλά δημιουργεί λειτουργικές σχέσεις ανάμεσα στις δυο πλευρές για να βρουν μόνες τους τις λύσεις. Ο διαμεσολαβητής αντιμετωπίζει τις συναισθηματικές αντιστάσεις στην επικοινωνία και δημιουργεί εναλλακτικές λύσεις. Για τον διαμεσολαβητή τα συναισθήματα είναι εργαλείο και όχι εμπόδιο στη λύση της διαφοράς.
Ο διαμεσολαβητής διερευνά τα συμφέροντα των αντιτιθέμενων μερών. Διευθύνει τις διαπραγματεύσεις και επικεντρώνεται στα πρόσωπα και όχι στο πρόβλημα, στα συμφέρονται και όχι στις θέσεις. Διασφαλίζει την ουδετερότητα και εξασφαλίζει την εμπιστευτικότητα των πληροφοριών που ανταλλάσσονται. Όπως σημειώθηκε επανειλημμένως, ό,τι λέγεται κατά τη διαδικασία της διαμεσολάβησης είναι αυστηρώς απόρρητο, δεν μπορεί να μεταφερθεί στο δικαστήριο και ο διαμεσολαβητής δεν μπορεί να κληθεί ως μάρτυρας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Γράψτε ελεύθερα την άποψή σας!